- δεκατισμός
- ο (AM δεκατισμός)ο φόρος τής δεκάτηςμσν.- νεοελλ.το ένα δέκατο τής σοδειάςαρχ.ο σχηματισμός δεκανίας, στρατιωτικής ομάδας από δέκα άντρες.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
δεκατισμός — formation of decuriae masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκατισμός — ο μεγάλη φθορά, καταστροφή: Ο δεκατισμός της σοδειάς απέλπισε τους αγρότες … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
δεκατισμούς — δεκατισμός formation of decuriae masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)